dicţionar Maghiar-Greac »

köd înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
közreműködés

συνεισφορά◼◻◻

εισφορά◼◻◻

ködik

λειτουργία◼◼◼

διαδικασία◼◼◻

έργο◼◻◻

εργασία◼◻◻

αποστολή◼◻◻

δρομολόγιο◼◻◻

καθήκον◼◻◻

συνάρτηση◼◻◻

λειτούργημα

δουλειά

δουλεύω

εργάζομαι

ködtetés

λειτουργία◼◼◼

επιχείρηση◼◼◻

πράξη◼◻◻

ködés

λειτουργία◼◼◼

διαδικασία◼◼◻

επιχείρηση◼◼◻

υπηρεσία◼◻◻

κίνηση◼◻◻

πράξη◼◻◻

δράση◼◻◻

δραστηριότητα◼◻◻

ενέργεια◼◻◻

συμπεριφορά◼◻◻

αποστολή◼◻◻

συνάρτηση◼◻◻

Συνάρτηση◼◻◻

καθήκον◼◻◻

επέμβαση◼◻◻

εξυπηρέτηση◼◻◻

δίωξη◼◻◻

αγωγή

ködésbe hoz

ενεργοποιώ

ködési

λειτουργικός◼◼◼

nem működik a nyomtató

δεν δουλεύει ο εκτυπωτής

nemzetközi együttműködés

διεθνής συνεργασία◼◼◼

nyilvánosan működő részvénytársaság

ανώνυμη εταιρεία◼◼◼

123