Pentru folosirea dicţionarului te rog permite JavaScript! Cum?
νόμιμος▼◼◼◼
ικανός▼◼◼◼
δικαίωμα▼◼◼◼
εξουσιοδότηση▼◼◼◻
προνόμιο▼◼◻◻
απευθείας▼◼◻◻
δίκαιο▼◼◻◻
αξίωση▼◼◻◻
δίκιο▼◼◻◻
κυριότητα▼◼◻◻
αγαθό▼
ισχυρισμός▼
τίτλος▼
άδεια▼◼◼◼
πιστοποιητικό▼◼◼◻
άδεια οδήγησης▼◼◻◻
το δίπλωμα (οδήγησης)▼
δίπλωμα οδήγησης▼
δικάιωμα διακοπών▼
άδεια οδήγησης▼
↑