dicţionar Maghiar-Greac »

heg înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
hegymászás

αναρρίχιση

η ορειβασία

hegymászó

αλπινιστής

ορειβάτης

hegység

οροσειρά◼◼◼

βουνό

βουνό (vunó)

όρος

όρος (óros)

hegytető

κορυφή◼◼◼

hegyvédelem

προστασία των ορέων

hegyvidék

ορεινή περιοχή◼◼◼

hegyvidéki éghajlat

ορεινό κλίμα

hegyvidéki üdülőhely

ορεινό κέντρο αναψυχής (καταφύγιο)

a sziklás-hegység

η οροσειρά ρόκυ

Athosz-hegy

Άγιο Όρος

bernáthegyi

σκύλος Αγίου Βερνάρδου

ceruzahegyező

ξύστρα

domb, kisebb hegy

λόφος (lófos)

ύψωμα (ýpsoma)

enyheges

Φεβρουάριος

föld helyreállítás hegyvidéken

αποκατάσταση γαιών (του εδάφους) σε ορεινές περιοχές

Georg Wilhelm Friedrich Hegel

Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ

jéghegy

παγόβουνο (pagóvouno)

kihegyez

ακονίζω

kisebb hegy

λόφος

liheg

λαχανιάζω

λαχανιάζω (-σω)

magas hegy

όρος μεγάλου ύψους

υψηλό όρος

υψηλό όρος/όρος μεγάλου ύψους

mélyhegedű

βιόλα

nyílhegy

αιχμή βέλους

szombaton a hegyekbe kirándultunk

το Σάββατο πήγαμε εκδρομή στα βουνά

Táblahegy

Τράπεζα

Táblahegy csillagkép

Τράπεζα (αστερισμός)

Urál (hegység)

Ουράλια Όρη

12