Pentru folosirea dicţionarului te rog permite JavaScript! Cum?
καθημερινή▼◼◼◼
η καθημερινή▼
καθομιλουμένη▼◼◼◼
δημώδης▼
καθημερινός▼
κοινός▼
κοινότοπος▼
περιστασιακός▼
συνηθισμένος▼
↑