dicţionar Maghiar-Greac »

gyógyszer înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
gyógyszer

φάρμακο (το)◼◼◼

ιατρική◼◼◻

το φάρμακο◼◼◻

αγωγή◼◼◻

φαρμακευτική αγωγή◼◼◻

ναρκωτικό

gyógyszeradagolás

δοσολογία◼◼◼

gyógyszerhatástan

φαρμακολογία

Gyógyszerhatástan

Φαρμακολογία

gyógyszeripar

φαρμακοβιομηχανία◼◼◼

φαρμακευτική βιομηχανία◼◼◻

βιομηχανία φαρμακευτικής

gyógyszeripari

φαρμακευτικός◼◼◼

gyógyszerkönyv

φαρμακοποιία◼◼◼

gyógyszertár

φαρμακείο (farmakeío)◼◼◼

φαρμακευτική◼◻◻

το φαρμακείο

gyógyszerész

φαρμακοποιός (κάποιος που δουλεύει σε φαρμακείο)◼◼◼

gyógyszerészet

φαρμακευτική◼◼◼

φαρμακείο◼◻◻

gyógyszerészeti

φαρμακευτικός◼◼◼

gyógyszerészeti hulladék

φαρμακευτικά απορρίμματα (απόβλητα)

bevetted a gyógyszereidet?

πήρες/κατάπιες τα φάρμακά σου

ez a gyógyszer használni fog

αυτό το φάρμακο θα σου κάνει καλό

farmakológia/gyógyszertan

φαρμακολογία

áll valamilyen gyógyszeres kezelés alatt?

παίρνετε καθόλου φάρμακα τώρα;