dicţionar Maghiar-Greac »

gén înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
oxigéndúsítás

οξυγόνωση

oxigénigényes kezelés

αερόβια επεξεργασία

oxigénmentes kezelés

αναερόβια επεξεργασία

oxigéntartalom

περιεκτικότητα σε οξυγόνο◼◼◼

patogén

παθογόνος◼◼◼

policiklusos aromás szénhidrogén

πολυκυκλικός αρωματικός υδρογονάνθρακας

policiklusos szénhidrogén

πολυκυκλικός υδρογονάνθρακας

regény

μυθιστόρημα

νεωτεριστικός

πρωτότυπος

Regény

Μυθιστόρημα

regényíró

μυθιστοριογράφος

rémregény

θρίλερ

részlegesen halogénezett klórozott fluorozott szénhidrogén

μερικώς αλογονωμένος χλωροφθοράνθρακας

röntgénium

ρεντγκένιο

szegény

φτωχοί◼◼◼

άθλιος

καημένος

κακομοίρης

πτωχός

φτωχοφαμελίτης

φτωχός

φτωχός (ftokhós)

φτωχός / φτωχιά / φτωχό

φτωχός-ή/ιά-ό

szegénység

ένδεια◼◼◼

εξαθλίωση◼◼◻

απορία

λεξιπενία

φτώχεια/ένδεια/απορία

φτώχια

szeretnél valahova elmenni a hétvégén?

θέλεις να πάμε κάπου το σαββατοκύριακο;

szerves halogénvegyület

οργανοαλογονούχος ένωση

szerves nitrogén

οργανικό άζωτο◼◼◼

szerves nitrogénvegyület

οργανοαζωτούχος ένωση

szerves oxigénvegyület

οργανοοξυγονούχος ένωση

szénhidrogéntároló tartály

δεξαμενή αποθήκευσης υδρογονανθράκων

vég: στο τέλος a végén

τέλος (το)

gén

πίσω από◼◼◼

vérszegény

αναιμικός

2345