dicţionar Maghiar-Greac »

felügyelet înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
felügyelet

αρχές◼◼◼

επιτήρηση◼◼◼

επίβλεψη◼◼◼

αρχή◼◼◼

ευθύνη◼◼◻

εξουσία◼◼◻

ρύθμιση◼◼◻

κατηγορία◼◼◻

επιμέλεια◼◻◻

δείκτης◼◻◻

κηδεμονία◼◻◻

πλευρά◼◻◻

σφάλμα

φορτίο

χρέωση

αυτοψία

ελέγχω

επιθεώρηση/εξέταση/αυτοψία/έλεγχος/εποπτεία

επιστασία

φόρτιση

felügyeleti szolgálat

επιθεώρηση

τμήμα ελέγχου