dicţionar Maghiar-Greac »

erény înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
erény

αρετή

merénylet

απόπειρα◼◼◼

szerény

μετριόφρονας

σεμνός

ταπεινός

szerénység

μετριοπάθεια

μετριοφροσύνη

öngyilkos merény

βομβιστής αυτοκτονίας◼◼◼