dicţionar Maghiar-Greac »

előkészít înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
előkészít

ετοιμάζω

παρασκευάζω

προετοιμάζω (-σω)

előkészítés

προετοιμασία◼◼◼

παρασκευή◼◼◻

ετοιμασία◼◻◻

παρασκεύασμα◼◻◻

piacra előkészítés

προετοιμασία για την αγορά

építési telek előkészítése

εγκατάσταση εργοταξίου κατασκευών