dicţionar Maghiar-Greac »

egészségügy înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
egészségügy

υγιεινή◼◼◼

egészségügyi

ιατρικός◼◼◼

egészségügyi biztosítás

ασφάλεια υγείας

egészségügyi ellátás

συγκρότημα με διαμερίσματα

egészségügyi hivatás

επάγγελμα υγείας

κλάδος υγειονομικής περίθαλψης

egészségügyi jogszabályok

νομοθεσία (νόμοι) σχετικά με την (για την) υγεία

egészségügyi kockázat

κίνδυνος για την υγεία◼◼◼

egészségügyi létesítmény

υγειονομική εγκατάσταση

egészségügyi szabályozás

υγειονομικός κανονισμός

egészségügyi szolgálat

υγειονομική υπηρεσία◼◼◼

Egészségügyi Világszervezet

Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας◼◼◼

környezetegészségügy

περιβαλλοντική υγιεινή/υγιεινή του περιβάλλοντος

környezetegészségügy-védelem

υγειονομική προστασία του περιβάλλοντος

környezetegészségügyi hatásvizsgálat

αξιολόγηση των επιπτώσεων στην υγιεινή του περιβάλλοντος

környezetegészségügyi veszély

κίνδυνος για την περιβαλλοντική υγιεινή

közegészségügyi berendezés

εγκατάσταση υγιεινής

munkaegészségügy

βιομηχανική ιατρική

υγειονομική περίθαλψη στους χώρους εργασίας

növényegészségügyi kezelés

φυτοϋγειονομική επεξεργασία◼◼◼

van magán egészségügyi biztosítása?

έχετε ιδιωτική ασφάλιση;

zaj egészségügyi hatása

επίδραση (επιπτώσεις) του θορύβου στην υγεία