dicţionar Maghiar-Greac »

egészég înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
egészég

υγεία◼◼◼

egészégre gyakorolt hatás

επίδραση (επιπτώσεις) στην υγεία

επίδραση στην υγεία

επιπτώσεις στην υγεία