Pentru folosirea dicţionarului te rog permite JavaScript! Cum?
scoundrel▼
απάτη▼
απατεώνας▼
ο απατεώνας▼
(vmben) απογοητεύομαι (-τώ)( +από)▼
απογοητευμένος▼
απογοήτευση▼◼◼◼
η απογοήτευση▼
ψευδαίσθηση▼
↑