dicţionar Maghiar-Greac »

bőr înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
bőr

δέρμα (dérma)◼◼◼

επιδερμίδα◼◻◻

κρέας◼◻◻

σάρκα◼◻◻

τρίχωμα◼◻◻

γούνα

δορά

γδέρνω

πέτσα

το δέρμα, το πετσί

φλούδα

bőrdaganat

μελάνωμα

μελανώμα

bőrdzseki

δερμάτινο μπουφάν

bőregér

νυχτερίδα

bőrgyulladás

δερματίτιδα◼◼◼

bőrgyógyász

δερματολόγος

bőrgyógyászat

δερματολογία◼◼◼

bőripar

βιομηχανία (κλάδος) δέρματος◼◼◼

bőrkeményedés

κάλος

bőrkiütés

εξάνθημα◼◼◼

bőrrák

μελάνωμα

bőrszárazság

ξηροδερμία◼◼◼

bőrszín

χρώμα◼◼◼

bőrönd

βαλίτσα (η)◼◼◼

αποσκευές◼◼◼

csont és bőr

πετσί και κόκαλο

előbőr

ακροβυστία

πόσθη

libabőr

ανατριχίλα

narancsbőr

κυτταρίτιδα

tüskésbőrű

εχινόδερμα◼◼◼

velúrbőr

σουέτ