dicţionar Maghiar-Greac »

akarat înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
akarat

βούληση◼◼◼

θέληση (η, tsz. -εις)◼◻◻

διαθήκη

θέλημα

θα

akaraterő

δύναμη θέλησης

θεληματικότητα

akaratlan

αθέλητος

ακούσιος

akaratos

ισχυρογνώμων

akarat

θέληση◼◼◼

ευμένεια

Szabad akarat

Βούληση