Pentru folosirea dicţionarului te rog permite JavaScript! Cum?
αναστέλλω▼
αναχαιτίζω▼
εμποδίζω▼
κωλυσιεργώ▼
παρεμποδίζω▼
παρακώλυση▼◼◼◼
παρεμπόδιση▼◼◼◼
εμπόδιο▼◼◻◻
αποτρέπω▼
πρόληψη της ρύπανσης▼
↑