dicţionar Maghiar-Greac »

élőhely înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
élőhely

ενδιαίτημα◼◼◼

οικότοπος/ενδιαίτημα

élőhely rombolás

καταστροφή οικοτόπου

emberi élőhely

κατοικία (οικότοπος) του ανθρώπου

állatélőhely

ενδιαίτημα ζώων

ökológiai élőhelyrész

οικολογική φωλεά