Maghiară | Greacă |
---|---|
átlag | μέσος όρος◼◼◼ μέσος◼◼◼ |
átlag- | |
átlag-fizetés | |
átlagban | |
átlagol | μέσος◼◼◼ |
átlagon felüli | |
átlagos | μέση◼◼◼ μέσο◼◼◼ μέσος◼◼◻ περιβάλλον◼◻◻ ρεύμα◼◻◻ γενικός◼◻◻ κανονικός◼◻◻ (átlag-) μέσος-η-ο, (közepes) μέτριος-α-ο, (közönséges) κοινός (-ή-ό) |