dicţionar Greac-Maghiar »

παραγωγικότητα înseamnă în Maghiară

GreacăMaghiară
παραγωγικότητα

termelékenység◼◼◼

παραγωγικότητα/αποδοτικότητα

termelékenység

τάση (εξέλιξη) της παραγωγικότητας

termelékenységi trend

ταμείο παραγωγικότητας/χρηματοδοτικό κεφάλαιο

ösztönzési alap