dicţionar Greac-Maghiar »

διάρκεια înseamnă în Maghiară

GreacăMaghiară
διάρκεια

időtartam◼◼◼

idő◼◼◼

tartam◼◼◻

διάρκεια (η)

(idő)tartam◼◼◼

διάρκεια ζωής

élet◼◼◼

διάρκεια ηλιοφάνειας

napfénytartam

δε θα φανώ για κάποιο χρονικό διάστημα, az előadás ideje alatt κατά τη διάρκεια της διάλεξης

egy ideig nem fogok mutatkozni

καθ' όλη τη διάρκεια

végig◼◼◼

κατά τη διάρκεια του ταξιδιού

az utazás alatt◼◼◼

κατά την εποχή της τουρκοκρατίας, (időtartam) το (χρονικό) διάστημα, η διάρκεια

a török uralom ideje alatt

(μέσα) σε μία ώρα, (vmi ideje alatt) κατά τη διάρκεια (+ birtokos eset)

egy óra alatt

παραμονή μεγάλης διάρκειας

hosszú tartózkodás

παραμονή μικρής διάρκειας

rövid tartózkodás

σύμβαση αόριστης διάρκειας

határozatlan idejű szerződés

σύμβαση ορισμένης διάρκειας, (konkrét) συγκεκριμένος-η-ο, (személy) αποφασιστικός (-ή-ό)

határozott idejű szerződés