Greacă | Maghiară |
---|---|
άσμα | |
Άσμα Ασμάτων | |
Άμπελ Τάσμαν | |
γενετικό υλικό/ιδιόπλασμα/βλαστικό πλάσμα | |
κλάσμα | frakció◼◼◼ töredék◼◼◻ tört◼◻◻ |
κλινοσκεπάσματα | ágynemű◼◼◼ |
κύκνειο άσμα | |
Μαγνητικό φάσμα | |
περιοχή φωλιάσματος | |
πλάσμα | plazma◼◼◼ |
Πλάσμα | Plazma◼◼◼ |
τεχνολογία πλάσματος | |
φάσμα | kör◼◼◼ spektrum◼◼◻ sávszélesség◼◻◻ |
φάσμα (fásma) | |
φάσμα του θορύβου | |
χάσμα | rés◼◼◼ hiány◼◼◼ tér◼◼◻ hiányosság◼◼◻ űr◼◼◻ köz◼◻◻ hézag◼◻◻ időköz◼◻◻ időszak◼◻◻ |