Ενεργοποιήστε τη Javascript για να χρησιμοποιήσετε το λεξικό! Πώς να ενεργοποιήσω τη Javascript;
διαπνοή▼
εξαερωτική εξίδρωση/εξατμισ(ι)οδιαπνοή▼
↑