ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ων σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αφαίρεση φωσφορικών αλάτων

foszfáteltávolítás

αφγανικός λαγωνικός

afgán agár

αφηρημένος τύπος δεδομένων

absztrakt adattípus

αφιερώνω

szentel

αφομοιώνω

asszimilál

feldolgoz

Αχέρων

Akherón

αχυρώνας

csűr

góré

pajta

Βαβυλών

Babilon

βαθουλώνω

horpaszt

βακτηρίδια των κοπράνων

ürülék baktérium

Βαλλωνία

Vallónia◼◼◼

Βαλλωνικά

vallon

βαρώνος

báró

βάση δεδομένων

adatbázis◼◼◼

adatbank◼◻◻

archívum

Βασιλεία Ῥωμαίων

Bizánci Birodalom

Βασίλειο των Κάτω Χωρών

Holland Királyság◼◼◼

βαφή μαλλιών

hajfesték◼◼◼

βγάζει μόνο τον τηλεφωνητή

csak üzenetrögzítő válaszol

βεβαιώνω

állít◼◼◼

megerősít◼◼◻

biztosít◼◻◻

βελτιώνομαι

javít

βελτιώνομαι (-θώ)

javul

βελτιώνω

javít

javul

megjavul

tökéletesít

βενθική ζώνη

tengerfenéki megoszlás

βερνίκι επίπλων

bútorfényező

βερνίκι παπουτσιών

cipőkrém / cipőpaszta

βιβλίο επιταγών

csekkfüzet

βιδώνω

csavar

βιοαέριο/αέριο από τη ζύμωση αποβλήτων

biogáz

βιοκοινωνία

biocönózis

βιολογία ποταμοκόλπων

(folyó)torkolati biológia

6789

Το ιστορικό σας