ελληνικά | ουγγρικά |
---|---|
αυτοκινητόδρομος | |
αυτοκινητόδρομος υπερταχείας κυκλοφορίας | |
αυτοκινητόδρομος/λεωφόρος | |
αυτοκινητόδρομος/οδός ταχείας κυκλοφορίας | |
αυτόκλειστο | autokláv◼◼◼ |
αυτοκόλλητο | matrica◼◼◼ |
αυτοκράτειρα | |
αυτοκρατία | |
αυτοκράτορας | |
αυτοκρατορία | |
αυτοκρατορικός | |
αυτοκράτωρ | |
αυτοκτονία | öngyilkosság◼◼◼ |
αυτοκτονία (aftoktonía) | öngyilkosság◼◼◼ |
αυτοκτονώ | |
αφρόκρεμα | |
βακτηριοκτόνο/βακτηριδιοκτόνο | |
βασιλοκτονία | |
βενζινοκινητήρας | benzinmotor◼◼◼ |
βερικοκιά | |
Βερικοκιά | |
βερίκοκο | kajszibarack◼◼◼ |
βερίκοκο (veríkoko) | kajszibarack◼◼◼ |