ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

νοημοσύνη (noimosýni) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
νοημοσύνη (noimosýni)

intelligencia◼◼◼

Το ιστορικό σας