Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

töröl bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
töröl

διαγραφή◼◼◼

ακύρωση◼◼◻

ματαίωση◼◻◻

διαγράφω

σβήνω

σκουπίζω

σφουγγίζω

töröld le a táblát!

σβήσε τον πίνακα!

törölje le az asztalra

ψωμάκια

törölt

ακυρώθηκε◼◼◼

törölve

διαγράφει

a járatot törölték

η πτήση ακυρώθηκε

a vonatot törölték

το τραίνο έχει ακυρωθεί

eltöröl

(megszűntet) καταργώ (-ήσω)

καταλύω

καταργώ

eltörölték az adókat

καταργήθηκαν οι φόροι

ezt a .... törölték

... έχει ακυρωθεί

kitöröl

σβήνω

kitörölhetetlen

ανεξίτηλος◼◼◼

ανεξάλειπτος

kérhetek egy törölközőt, kérem?

θα μπορούσα να έχω μια πετσέτα παρακαλώ;

kérsz egy törölközőt?

θα ήθελες μια πετσέτα;

letöröl

σβήνω (-σω) (koszt) σκουπίζω (-σω), καθαρίζω (-σω)

én mosogatok, te pedig törölgetsz

εγώ θα πλένω, εσύ να στεγνώνεις