Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

munka bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
egy kis önkéntes munkát végzek

κάνω εθελοντική εργασία

elvégezni a házimunkát

να κάνω τα οικιακά

építési munka

έργο (κατασκευής)/κατασκευαστική εργασία

építőmunkás

χτίστης

ez a munkahelye szerzodése

αυτός είναι ο εταιρικός σας αριθμός

ez a munkaköri leírás

αυτή είναι η περιγραφή της δουλειάς

ez ideiglenes vagy állandó munka?

είναι προσωρινή ή μόνιμη θέση;

fémmunkás

μεταλλουργός◼◼◼

házimunka

αγγαρεία

hogy halad a munka?

πώς πάει η δουλειά;

hogy jársz munkába?

πώς έρχεσαι στη δουλειά;

íróasztalnál végzett kutatómunka

δευτερογενής (επιτελική) μελέτη

jelentkezni egy munkahelyre

κάνω αίτηση για δουλειά

kézi erő/munkaerő

ανθρώπινο δυναμικό

közmunka

δημόσιο έργο

május 1 - a munka ünnepe

πρωτομαγιά

megmunkálatlan

ακατέργαστος◼◼◼

mennyi idő alatt érsz be a munkahelyre?

πόση ώρα σου παίρνει για να έρθεις στη δουλειά;

mennyi volt a fizetése az előző munkahelyén?

τι μισθό παίρνατε στην προηγούμενη σας δουλειά;

mennyit fizet a munka?

πόσος είναι ο μισθός;

mérnöki munka

μηχανουργείο

mi a munkaidő?

τι ωράριο έχει αυτή η δουλειά;

milyen fajta munkát végzel?

τι είδους δουλειά κάνεις;

milyen munkád van?

σε ποιό κλάδο εργασίας είσαι;

Nemzetiszocialista Német Munkáspárt

Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα

nemzetközi munkamegosztás

διεθνής καταμερισμός εργασίας

Nikoszt elbocsátották a munkahelyéről

Ο Νίκος απολύθηκε από τη δουλειά του

nyomdai munka

πιεστήριο

πιεστήριο/τυπογραφείο

τυπογραφείο

szakmunkás

τεχνίτης

szép munka volt!

μπράβο!

szeretném megkapni a munkát

θα ήθελα να πάρω τη δουλειά;

szeretnénk felajánlani önnek ezt a munkát

θα θέλαμε να σας προσφέρουμε τη δουλειά

szüksége van munkavállalási engedélyre?

έχετε άδεια εργασίας;

távmunka

τηλεργασία◼◼◼

teljes munkaidős állásom van

έχω δουλειά πλήρης απασχόλησης

túl sok munkám van

έχω πολύ δουλειά να κάνω

útmunkálatok

έργα

vándorló munkaerő

μετακινούμενη εργασία

1234