Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

le bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
lekötelez

υποχρεώνω

υποχρεώνω (-σω)

leköteleztél

με υποχρέωσες

lektor

αναγνώστης

leküzdhetetlen

ανυπέρβλητος

αξεπέραστος

lekvár

μαρμελάδα◼◼◼

η μαρμελάδα◼◼◻

lelakatol

λουκέτο

lelassulni

μειώνω ταχύτητα

legezni

να αναπνέεις

legzet

αναπνοή◼◼◼

ανάσα

η αναπνοή, η ανάσα

πνοή

χνότο

legzik

αναπνοή◼◼◼

αναπνέω

lek

nousz

η ψυχή

νους

πνεύμα

πνεύμα (pnévma)

στοιχειό (stoikheió)

φάντασμα (fántasma)

φάσμα (fásma)

ψυχή

ψυχή (psychí)

lek

Ψυχή

lekbúvár

ψυχολόγος

lektan

ψυχολογία

lektani

ψυχολογικός

lekvándorlás

Μετενσάρκωση

leleményes

εφευρετικός-ή-ό, πολυμήχανος (-η-ο)

πολυμήχανος

leleményesség

ευρηματικότητα

leleplez

αποκαλύπτω (-ψω)

leleplezték a korrupciót

αποκαλύφθηκε η διαφθορά

lelet

εύρημα◼◼◼

βρίσκω

91011