Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

határoz bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
határoz

διάταγμα◼◼◼

ψήφισμα◼◼◻

κρίνω◼◻◻

αποφασίζω

αποφασίζω (-σω)

határozat

απόφαση◼◼◼

η απόφαση◼◼◼

διάταγμα◼◻◻

επίλυση◼◻◻

διάσκεψη◼◻◻

ειδοποίηση◼◻◻

αποφασιστικότητα

σύσκεψη

határozatképesség

απαρτία◼◼◼

határozatlan

ασαφής◼◼◼

(bizonytalan) αόριστος (-η-ο)

ακαθόριστος

αόριστος

határozatlan idejű szerződés

σύμβαση αόριστης διάρκειας

határozatlan jogi felfogás

αόριστη νομική έννοια

határozatlan névelő

αόριστο άρθρο

Határozatlansági reláció

Αρχή της απροσδιοριστίας

határozott

σαφής◼◼◼

αποφασιστικός◼◻◻

(szabott) ορισμένος (-η-ο)

αποφασισμένος

ισχυρογνώμων

κατηγορηματικός

ρητός

határozott idejű szerződés

σύμβαση ορισμένης διάρκειας, (konkrét) συγκεκριμένος-η-ο, (személy) αποφασιστικός (-ή-ό)

határozott névelő

οριστικό άρθρο

(határozott névelő) a, az

ο, η, το

határozottan

ασφαλώς◼◼◼

οπωσδήποτε◼◼◻

határozói

επιρρηματικός

határozói igenév

γερούνδιο

határozószó

επίρρημα (epírrima)

elhatároz

αποφασίζω (-σω)

elhatároztam, hogy elmegyek Görögországba

αποφάσισα να πάω στην Ελλάδα

elhatározás

απόφαση◼◼◼

12