Erlaub bitte das Javascript zur Benutzung des Wörterbuches!
γενετικοί πόροι▼◼◼◼
αλιευτικοί πόροι▼◼◼◼
πηγές προέλευσης των επιπτώσεων▼
χρήση επιτόπιων πόρων▼
πηγή πληροφορίας (πληροφόρησης, ενημέρωσης)▼
γραμμική πηγή ήχου▼
ανανεώσιμη πηγή ενέργειας▼◼◼◼
ανανεώσιμοι πόροι▼◼◼◼
μη ανανεώσιμοι ενεργειακοί πόροι▼
μη ανανεώσιμοι πόροι▼
μη ρυπαίνουσα (καθαρή) πηγή ενέργειας▼
φυτικοί πόροι▼
σημειακή πηγή▼◼◼◼
ευθύγραμμη (επίπεδη) πηγή▼
διαχείριση των φυσικών πόρων▼
φυσικοί πόροι▼◼◼◼
διατήρηση φυσικών πόρων▼
υποβάθμιση των φυσικών πόρων▼
γραμμική πηγή▼
ζωικοί πόροι▼
ορυκτοί πόροι▼◼◼◼
πόροι (των) γλυκέων υδάτων▼
κλιματικοί πόροι▼
«<12↑