Ungarisch | Griechisch |
---|---|
fok | ακρωτήριο◼◼◼ σειρά◼◼◻ βαθμοί◼◼◻ τάξη◼◻◻ φάση◼◻◻ διάταξη◼◻◻ ύψος◼◻◻ πορεία◼◻◻ βαθμίδα◼◻◻ διάταγμα◼◻◻ εντολή◼◻◻ τόνος◼◻◻ |
Fokhagyma | Σκόρδο◼◼◼ |
fokhagyma | το σκόρδο◼◼◼ |
fokoz | αύξηση◼◼◼ |
fokozat | κλιμάκιο◼◼◼ βαθμός◼◼◻ βαθμίδα◼◼◻ πτυχίο◼◻◻ δίπλωμα◼◻◻ |
fokozatos | σταδιακός◼◼◼ |
fokozatosan | σταδιακά◼◼◼ προοδευτικά◼◼◻ βαθμιαία◼◼◻ βαθμηδόν◼◻◻ κλιμακωτά◼◻◻ |
fokozás | σύγκριση◼◼◼ |
fokozódó | αύξουσα◼◼◼ |
fokszám |