Erlaub bitte das Javascript zur Benutzung des Wörterbuches!
άδεια εργασίας▼◼◼◼
παθιασμένος▼
έχετε άδεια εργασίας;▼
άδεια παραμονής▼◼◼◼
εχθές απόγευμα▼
οικοδομική άδεια▼
άδεια κυνηγίου/κυνηγετική άδεια▼
έχετε δίπλωμα οδήγησης που να ισχύει;▼
άδεια οδήγησης▼◼◼◼
δίπλωμα οδήγησης▼◼◼◻
οικοδομική άδεια▼◼◼◼
άδεια κατασκευής▼◼◼◼
σχέσεις Βορρά-Νότου▼
Νέα Νότια Ουαλία▼
«<234↑