Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

csal bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
csal

(megtéveszt) απατώ (-άω, -ήσω)

απατώ

αποπλανώ

εξαπατώ

csalhatatlan

αλάθητος

αλάνθαστος

csali

δόλωμα◼◼◼

το δόλωμα

csalogány

αηδόνι

család

οικογένεια (oikogéneia)◼◼◼

οικογένεια (η)◼◼◼

η οικογένεια◼◼◻

οικογενειακός

oικογένεια

Család (rendszertan)

Οικογένεια (βιολογία)◼◼◼

családi

οικογένεια◼◼◼

οικογενειακός◼◼◼

családnév

επώνυμο◼◼◼

ψευδώνυμο◼◻◻

όνομα◼◻◻

επίθετο

παρατσούκλι

családon belüli erőszak

ενδοοικογενειακή βία◼◼◼

családtervezés

οικογενειακός προγραμματισμός◼◼◼

családtörvény

οικογενειακό δίκαιο

csalán

τσουκνίδα (tsuknída)◼◼◼

csalás

απάτη◼◼◼

νοθεία◼◻◻

πλην◼◻◻

απατεώνας

δόλος

csalétek

δόλωμα◼◼◼

csaló

scoundrel

απάτη

απατεώνας

ο απατεώνας

csalódik

(vmben) απογοητεύομαι (-τώ)( +από)

csalódott

απογοητευμένος

csalódottság

απογοήτευση◼◼◼

csalódás

απογοήτευση◼◼◼

12