Maďarčina-Gréčtina slovník »

szem znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
harmadik személy

τρίτο πρόσωπο◼◼◼

hatékonysági szempont

κριτήριο αποδοτικότητας (αποτελεσματικότητας)

helyi személyközlekedés

τοπική συγκοινωνία/τοπική υπηρεσία εξυπηρέτησης

idős személy

άτομο τρίτης ηλικίας/ηλικιωμένος

igeszemlélet

όψη

igyekszem leszokni

προσπαθώ να το κόψω

jégesőszem / jégszem

χαλάζι

jégszem

χαλάζι◼◼◼

χαλάζι (chalázi)◼◼◼

jogi személy

νομικό πρόσωπο◼◼◼

kék szem

τα γαλανά μάτια

kérjük tartsa magánál az összes csomagját, és minden személyes holmiját

παρακαλώ να έχετε όλες τις τσάντες και τα προσωπικά σας αντικείμενα μαζί σας

kilakoltatott személy

εκτοπισθείς (εκτοπισμένο άτομο)

környezetértékelési szempont

κριτήριο περιβαλλοντικής αξιολόγησης

környezeti szempont

περιβαλλοντικό κριτήριο

környezetminőségi szempont

κριτήριο ποιότητας του περιβάλλοντος

láncszem

κρίκος◼◼◼

διασύνδεση◼◼◻

σύνδεσμος

magánszemély

άτομο◼◼◼

ατομικός◼◼◻

második személy

δεύτερο πρόσωπο◼◼◼

megszemélyesítés

προσωποποίηση

mi a jelenlegi kamatláb személyi kölcsönre?

ποιό είναι το παρών επιτόκιο για προσωπικά δάνεια;

monitoring szempont

κριτήριο παρακολούθησης (ελέγχου)

ne legyenek előitéleteid a keleti autókkal szemben!

μην έχεις προκαταλήψεις για τα ανατολικά αυτοκίνητα!

nem bírok olvasni, mert fáj a szemem

δεν μπορώ να διαβάσω γιατί πονάνε τα μάτια μου, (elvisel) αντέχω (-ξω)

nem eszem ...

δεν τρώω...

ökörszem

βασιλίσκος

τρυποφράχτης

τρωγλοδύτης

olasz(ember/férfi - nő)

Ιταλός (η) – Ιταλίδα (η)

összemegy

μπαίνω

otthon van Kosztasz? - nem hiszem

είναι στο σπίτι ο Κώστας; - δε νομίζω

pc (személyi számítógép)

pc

szép szemeid vannak

έχεις πολύ όμοφα μάτια

szőlőszem

σταφύλι

szomszédokkal szembeni védelem

προστασία από τους γείτονες

természetes személy

φυσικό πρόσωπο◼◼◼

tyúkszem

κάλος

4567

História vyhľadávania