Maďarčina-Gréčtina slovník »

légkör znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
légkör

ατμόσφαιρα◼◼◼

légkör összetevő

συστατικό της ατμόσφαιρας

légkör összetétel

σύσταση της ατμόσφαιρας◼◼◼

légkörfizika

ατμοσφαιρική φυσική/φυσική της ατμόσφαιρας

légköri

ατμοσφαιρικός◼◼◼

légköri aeroszol

ατμοσφαιρικό αερόλυμα

légköri folyamat

ατμοσφαιρική διαδικασία

légköri javítás

ατμοσφαιρική διόρθωση

légköri kibocsátás

εκπομπή στην ατμόσφαιρα

légköri kicsapódás

ατμοσφαιρική κατακρήμνιση

légköri kihullás

ατμοσφαιρική (εν)απόθεση

légköri kémia

ατμοσφαιρική χημεία/χημεία της ατμόσφαιρας

légköri monitoring

παρακολούθηση της ατμόσφαιρας◼◼◼

légköri nyomás

ατμοσφαιρική πίεση◼◼◼

légköri részecske

σωματίδιο της(στην) ατμόσφαιρα(ς)

légköri rétegződés

ατμοσφαιρικές στιβάδες

légköri szennyezés

ατμοσφαιρική ρύπανση◼◼◼

légköri szerkezet

δομή της ατμόσφαιρας

légköri ózon

ατμοσφαιρικό όζον

légkörtan

μετεωρολογία

légkörtudomány

επιστήμες της ατμόσφαιρας

légkörzés

ατμοσφαιρική κυκλοφορία/κυκλοφορία ατμόσφαιρας