Maďarčina-Gréčtina slovník »

kert znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
kert

πάρκο◼◼◼

έχω

κήπος (cípos)

κήπος (ο)

μπαξές

ο κήπος

οπωρώνας

περβόλι (pervóli)

περιβόλι

περιβόλι (perivóli)

kerti centrum

μαγαζί με είδη κήπου

kerti fabódé / kerti szerszámok raktára

υπόστεγο

kerti hulladék

απορρίμματα κήπου

kerti ösvény

μονοπάτι

kertművelés

κηπουρική◼◼◼

kertész

κηπουρός

kertészet

κηπουρική◼◼◼

κηπευτική◼◼◻

φυτοκομία◼◻◻

κηπουρική/φυτοκομία/κηπευτική

kertészeti

κηπουρική◼◼◼

kertészkedés

κηπουρική◼◼◼

angolkert

κήπος αγγλικού τύπου

botanikus kert

φυτοκομείο

franciakert

συμμετρικός κήπος γαλλικού τύπου

házikert

κήπος κατοικίας

konyhakert

λαχανόκηπος

περιβόλι

Ne az én kertembe hozzáállás

καταλληλότητα του NIMBY

σύνδρομο "όχι στην αυλή μου"

sikertelen

ανεπιτυχής◼◼◼

αποτυχία◼◼◼

άστοχος

sikertelenül

ανεπιτυχώς◼◼◼

Szemirámisz függőkertje

Κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνας

szőlőskert

αμπέλι

αμπελώνας

állatkert

ζωολογικός κήπος◼◼◼

ásatási terület, romkert

αρχαιολογικός χώρος