Maďarčina-Gréčtina slovník »

ipar znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
ipar

κλάδος◼◼◼

η βιομηχανία◼◼◼

επιχείρηση◼◻◻

τέχνη

βιομηχανία/επιχείρηση/κλάδος

χειροτεχνία

ipar környezeti hatása

επιπτώσεις της βιομηχανίας στο περιβάλλον

ipar és kereskedelem előmozdítása

προώθηση του εμπορίου και της βιομηχανίας

iparfejlesztés

βιομηχανική ανάπτυξη◼◼◼

ipargazdaságtan

βιομηχανική οικονομία/οικονομικά της βιομηχανίας

ipari

βιομηχανικός◼◼◼

ipari, kereskedelmi közintézmény

δημόσιο (κρατικό) ίδρυμα εμποροβιομηχανικού χαρακτήρα

ipari anyag

βιομηχανικό υλικό

ipari berendezés

βιομηχανικός εξοπλισμός◼◼◼

ipari biztonság

βιομηχανική ασφάλεια

ipari folyamat

βιομηχανικές διαδικασίες (μέθοδοι)◼◼◼

Ipari forradalom

Βιομηχανική Eπανάσταση

ipari gyártás

μεταποιητική βιομηχανία

ipari hulladék

βιομηχανικά απόβλητα◼◼◼

ipari hulladékgáz

βιομηχανικά αέρια απόβλητα (απαέρια)

ipari iszap

βιομηχανική ιλύς (λάσπη)

ipari kibocsátás/emisszió

βιομηχανική εκπομπή

ipari kifolyás

υγρά απόβλητα της βιομηχανίας

ipari környezet

βιομηχανικό περιβάλλον◼◼◼

ipari környezetpolitika

βιομηχανική πολιτική περιβάλλοντος

ipari lerakás

χώρος απόρριψης (απόθεσης) βιομηχανικών αποβλήτων

ipari létesítmény

βιομηχανική εγκατάσταση◼◼◼

ipari növény

βιομηχανική καλλιέργεια

ipari szennyezés

βιομηχανική ρύπανση◼◼◼

ipari szennyvíz

βιομηχανικά λύματα◼◼◼

ipari telephely

βιομηχανικός χώρος◼◼◼

ipari termelés

βιομηχανική παραγωγή◼◼◼

ipari termelési statisztika

στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη βιομηχανική παραγωγή

ipari termék

βιομηχανικό προϊόν◼◼◼

ipari tervezés

βιομηχανικός προγραμματισμός

ipari terület

βιομηχανική περιοχή◼◼◼

ipari tevékenység

βιομηχανική δραστηριότητα◼◼◼

ipari tulajdonjog

δικαιώματα προστασίας του δικαιώματος

ipari társadalom

βιομηχανική κοινωνία

ipari társulás

βιομηχανική εταιρεία/βιομηχανικός σύνδεσμος

12