Maďarčina-Gréčtina slovník »

gátló znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
gátló

αναστολέας◼◼◼

esemény utáni fogamzásgátló tabletta

άμεση αντισύλλυψη (το χάπι της επόμενης ημέρας)

izzadásgátló

αντιιδρωτικό◼◼◼

korhadásgátló szer

αντιρρυπαντικό μέσο

korróziógátló anyag

αντιδιαβρωτικό (μέσο)/αναστολέας (ανασχετικό) διάβρωσης

lopásgátló

αντικλεπτικό◼◼◼

véralvadásgátló

αντιπηκτικό◼◼◼

αντιθρομβωτικό◼◻◻

História vyhľadávania