Maďarčina-Gréčtina slovník »

folyás znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
folyás

ροή◼◼◼

befolyás

επιρροή◼◼◼

επίδραση◼◼◻

επήρεια◼◻◻

παροχή◼◻◻

πράξη◼◻◻

δράση

μετοχή

αναρρόφηση

εισροή

επηρεάζω

befolyás/beömlés

αναρρόφηση

εισροή

παροχή

befolyásol

επίδραση◼◼◼

επιρροή◼◼◼

επήρεια◼◻◻

επηρεάζω (-σω)

επιδρώ

προκατάληψη

befolyásos

σημαίνων◼◼◼

ισχυρός

ipari kifolyás

υγρά απόβλητα της βιομηχανίας

lefolyás

εκροή◼◼◼

mezőgazdasági kifolyás

απόβλητα των καλλιεργειών

nemzetközi vízfolyás

διεθνή ύδατα/διεθνής υδάτινη (θαλάσσια) δίοδος

árvíz lefolyás

απορροή πλημύρας

összefolyás

συμβολή◼◼◼