Maďarčina-Gréčtina slovník »

dob znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
dob

τύμπανο◼◼◼

τύμπανο (týmpano)◼◼◼

βαρέλι◼◻◻

ταμπούρο◼◻◻

ρίψη◼◻◻

βάλλω

πετώ

ρίχνω

ρίχνω (ρίξω)

ταμπούρλο

τυμπανίζω

dobhártya

ακουστικό τύμπανο

τύμπανο

dobogó

πλατύβαθρο◼◼◼

εξέδρα◼◼◻

πλατφόρμα◼◼◻

αποβάθρα

dobok / dobszerelés

ντραμς

dobol

τυμπανίζω

τύμπανο

dobos

ντράμερ

τυμπανιστής

doboz

κουτί (το)◼◼◼

πλαίσιο◼◼◼

κιβώτιο◼◼◼

χαρτόνι◼◼◼

περίπτωση◼◼◻

κυτίο◼◼◻

περίβλημα◼◼◻

κουτάκι◼◼◻

θήκη◼◻◻

βαλίτσα◼◻◻

σωλήνας◼◻◻

κασόνι

κονσέρβα

μπορώ

πυγμαχώ

συρτάρι

ταμείο

dobozol

κουτί

12