Maďarčina-Gréčtina slovník »

éghajlat znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
Éghajlat

Κλίμα◼◼◼

éghajlat

το κλίμα◼◼◼

éghajlati forrás

κλιματικοί πόροι

éghajlati hatás

κλιματική επίπτωση

éghajlati kísérlet

κλιματικό πείραμα

éghajlatmódosulás

κλιματική διαταραχή

éghajlattan

κλιματολογία

éghajlattípus

τύπος κλίματος

éghajlatváltozás

κλιματική μεταβολή◼◼◼

éghajlatvédelem

προστασία του κλίματος

egyenlítői éghajlat

ισημερινό κλίμα

ember-okozta éghajlatváltozás

ανθρωπογενής μεταβολή του κλίματος

hegyvidéki éghajlat

ορεινό κλίμα

mediterrán éghajlat

μεσογειακό κλίμα (της Μεσογείου)◼◼◼

sivatagi éghajlat

ερημικό κλίμα

szárazföldi éghajlat

ηπειρωτικό κλίμα

óceáni éghajlat

ωκεάνιο κλίμα

őséghajlattan

παλαιοκλιματολογία