Griechisch | Ungarisch |
---|---|
ανώτατο δικαστήριο | |
αξιολόγηση των επιπτώσεων στην υγιεινή του περιβάλλοντος | |
αόριστη νομική έννοια | |
απόβλητα εργαστηρίου | |
αποθησαυριστής | |
απόρριψη (διάθεση) στην ανοικτή θάλασσα | |
απόστημα | tályog◼◼◼ |
αποφάσισα να πάω στην Ελλάδα | elhatároztam, hogy elmegyek Görögországba |
αποχαιρετιστήριος | |
αρδευτικό σύστημα/σύστημα άρδευσης | |
αρρωσταίνω (αρρωστήσω) | |
αρρωστημένος | |
ας τον χωρίσουμε στην μέση | |
ασβέστης | gipsz◼◼◼ mész◼◻◻ |
αστήρ | |
ασφάλεια του αντιδραστήρα | |
ασφαλιστής | biztosító◼◼◼ |
αυστηρός | szigorú◼◼◼ szoros◼◻◻ |
αυτή είναι η σωστή πλατφόρμα για ...; | |
αυτό το τραίνο σταματάει στη...; | |
αυτόνομο νευρικό σύστημα | |
βαριεστημένος | |
βασανιστήρια | kínzás◼◼◼ kínoz◼◻◻ |
βασανιστήριο | kínzás◼◼◼ |
βαφτιστήρα | |
βγήκε στην κυκλοφορία, η κίνηση | |
Βιβλιοθηκονομία και Επιστήμη της Πληροφόρησης | |
βιοαντιδραστήρας | bioreaktor◼◼◼ |
βιολιστής |