Griechisch | Ungarisch |
---|---|
Πόλη | Város◼◼◼ |
πόλη (póli) | város◼◼◼ |
πόλη (η, tsz. -εις) | város◼◼◼ |
πόλη-κράτος | |
Πόλη Νέας Υόρκης | |
Πόλη Νέας Υόρκης (póli néas iórcis) | |
Πόλη του Κουβέιτ | Kuvaitváros◼◼◼ |
Πόλη του Μεξικό | Mexikóváros◼◼◼ |
πόλη/ιστορικό κέντρο (της πόλης) | |
αναπόληση | |
απόληξη | végződés◼◼◼ |
γίνεται ξενάγηση της πόλης; | |
η πόλη που μένουμε | |
θα ήθελα να μείνω στο κέντρο της πόλης | |
κάπου όχι πολύ μακριά από το κέντρο της πόλης | |
κέντρο της πόλης | városközpont◼◼◼ |
Κεμπέκ (πόλη) | |
κουτσομπόλης | |
Κράτος της πόλης του Βατικανού | Vatikán◼◼◼ |
Λουξεμβούργο (πόλη) | Luxembourg◼◼◼ |
οι Τούρκοι πήραν/κατέλαβαν/κατάκτησαν την πόλη | |
ονειροπόλημα | |
Ουτρέχτη (πόλη) | Utrecht◼◼◼ |
περιοχή δημόσιου κήπου στο κέντρο της πόλης | |
ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να μετακινηθώ μέσα στην πόλη; | |
Σαμάρα (πόλη) | |
τα αξιοθέατα της πόλης | |
υπόληψη | hírnév◼◼◼ |