Griechisch | Ungarisch |
---|---|
ζώα | haszonállat◼◼◼ származás◼◼◼ állomány◼◼◼ készlet◼◼◻ törzs◼◼◻ marha◼◼◻ eredet◼◻◻ raktár◼◻◻ |
άγρια ζώα και φυτά (χλωροπανίδα) | |
βλάβη στα ζώα | |
βοοειδή/μεγάλα ζώα | |
δημογραφική τάση (άνθρωποι)/πληθυσμιακή τάση (ζώα) | |
ζωονοσία, σύνολο νόσων μεταφερόμενων από τα ζώα στον άνθρωπο | |
θόρυβος (προερχόμενος) από ζώα | |
πείραμα με (σε) ζώα | |
σύνολο νόσων μεταφερόμενων από τα ζώα στον άνθρωπο |