Gréčtina | Maďarčina |
---|---|
υλικό | anyag◼◼◼ berendezés◼◼◻ felszerelés◼◼◻ hardver◼◼◻ anyagi◼◻◻ |
υλικό επένδυσης (περιβλήματος) | |
υλικό πλήρωσης (γέμισης, επιχωμάτων) | töltőanyag◼◼◼ |
υλικό υπολογιστών | hardver◼◼◼ |
υλικός | hardver◼◼◼ anyag◼◼◼ konkrét◼◼◻ |
έντυπο υλικό | |
έντυπο υλικό/κείμενα/λογοτεχνία/φιλολογία | |
ίζημα/προσχωματικό υλικό | |
ακετυλοσαλικυλικό οξύ | |
ακρυλικό | akril◼◼◼ |
ακρυλικό οξύ | akrilsav◼◼◼ |
ανακυκλωμένο υλικό | |
αυλικός | |
βιομηχανικό υλικό | |
γενετικό υλικό/ιδιόπλασμα/βλαστικό πλάσμα | |
διεμφυλικός | |
εναλλακτικό υλικό | |
επικάλυψη/επιφανειακές γαίες/υπερκείμενα/πλεονάζον υλικό | |
επικίνδυνο υλικό (κατ)εργασίας | |
ηλεκτρονικό υλικό | |
θρυλικός | |
καρβοξυλικό οξύ | karbonsav◼◼◼ |
νέο υλικό | új anyag◼◼◼ |
οξιδωτικό υλικό | |
πλαστικό (υλικό)/πλαστική ύλη | műanyag◼◼◼ |
προσχωματικό υλικό | |
σαλικυλικό οξύ | szalicilsav◼◼◼ |
στρατιωτικό υλικό | |
το υλικό, (szövet) το ύφασμα | anyag◼◼◼ |