Gréčtina-Maďarčina slovník »

παραγωγή πετρελαίου (αλυσίδα παραγωγής) znamená v Maďarčina

GréčtinaMaďarčina
παραγωγή πετρελαίου (αλυσίδα παραγωγής)

olajtermelés (lánc)◼◼◼