Gréčtina | Maďarčina |
---|---|
δάσος | fa◼◼◼ faanyag◼◼◻ erdőség◼◼◻ |
δάσος (το) | erdő◼◼◼ |
δάσος κωνοφόρων | |
δάσος ξυλείας | |
δάσος φυλλοβόλων | |
βλάβη στο δάσος | |
ιδιόκτητο δάσος | |
μεσογειακό δάσος (της Μεσογείου) | |
μεσογειακό ξύλο (δάσος) (της Μεσογείου) | |
μικτό δάσος | |
ομβρόφιλο δάσος/δάσος βροχής | |
ορεινό δάσος | |
πρεμνοφυές δάσος (δασύλλιο) | |
πρωτογενές δάσος | |
το αμαζόνιο δάσος | |
τροπικό δάσος | trópusi erdő◼◼◼ |
τροπικό δάσος βροχής |