ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

programozási σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
programozási

προγραμματισμός◼◼◼

programozási nyelv

γλώσσα προγραμματισμού◼◼◼

γλώσσα προγραμματισμού (glossa programmatismou)◼◼◼

γλώσσα προγραμματισμού (ɤlósa proɤramatiʑmú)◼◼◼

Programozási nyelv

Γλώσσα προγραμματισμού◼◼◼

Το ιστορικό σας