ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kegyelem σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kegyelem

χάρη◼◼◼

έλεος

οίκτος

közkegyelem

αμνηστία◼◼◼

Το ιστορικό σας