ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kérlek σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kérlek

ευχαριστώ

παρακαλώ

kérlek lassíts!

παρακαλώ πήγαινε πιο σιγά

kérlek vedd le a cipődet; kérlek vegyétek le a cipőtöket

παρακαλώ βγάλε τα παπούτσια σου / παρακαλω βγάλτε τα παπούτσια σας

halkítsd le a rádiót, kérlek!

χαμήλωσε το ραδιόφωνο, σε παρακαλώ!

ideadnád a ..., kérlek?

μπορείς να μου περάσεις το ... παρακαλώ;