ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hőemelkedés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
hőemelkedés

πυρέτιο

τα δέκατα

nincs lázam, csak hőemelkedésem

δεν έχω πυρετό, μόνο δέκατα